Ιούλιος - Αύγουστος 2025
Χτίζετε Γέφυρες ή Φράκτες;

Μία φορά κι έναν καιρό, μάλωσαν δύο αδέλφια που ζούσαν σε γειτονικές φάρμες. Για 40 χρόνια, εργάζονταν μαζί ως γεωργοί, μοιράζονταν χωρίς κανένα πρόβλημα τα γεωργικά μηχανήματα και συνεργάζονταν αρμονικά για την εμπορία των προϊόντων τους. Όμως, η μακρά συνεργασία τους διεκόπη απότομα. Η διένεξη ξεκίνησε από μια μικρή παρεξήγηση, εξελίχθηκε σε μια σημαντική διαφορά και τελικά κατέληξε σε ανταλλαγή πικρών λόγων.
Ένα πρωί ένας ξένος χτύπησε την πόρτα του μεγαλύτερου αδελφού. Εκείνος άνοιξε και αντίκρισε έναν άνθρωπο που κρατούσε μία εργαλειοθήκη ξυλουργού. «Ψάχνω για δουλειά λίγων ημερών» είπε. «Ίσως έχετε ανάγκη για κάποιες μικροεργασίες και θα μπορούσα να σας φανώ χρήσιμος». «Πράγματι», αναφώνησε ο μεγαλύτερος αδελφός. «Έχω μια δουλειά για σένα. Κοίταξε σε εκείνο τον ποταμάκι προς το απέναντι αγρόκτημα. Εκεί είναι ο μικρότερος αδερφός μου. Μέχρι την περασμένη εβδομάδα υπήρχε ένα χωράφι ανάμεσα μας. Όμως, έσκαψε με την μπουλντόζα του μέχρι το ανάχωμα του ποταμού και τώρα υπάρχει ένα ποταμάκι ανάμεσα μας. Λοιπόν, βλέπεις αυτό τον σωρό με ξύλα στο στάβλο; Θέλω να φτιάξεις ένα ψηλό φράχτη. Δεν θέλω να ξαναδώ το πρόσωπό του».
Ο ξυλουργός απάντησε: «Πιστεύω ότι μπορώ να τα καταφέρω και ότι στο τέλος θα ευχαριστηθείς με τη δουλειά μου».
Ο μεγαλύτερος αδελφός έπρεπε να πάει στην πόλη για να τελειώσει κάποιες δουλειές. Ο ξυλουργός εργάστηκε σκληρά και όταν ο γεωργός επέστρεψε, ο ξυλουργός είχε μόλις τελειώσει τη δουλειά του. Τα μάτια του αγρότη γούρλωσαν από αυτό που αντίκρισε. Δεν είχε κατασκευαστεί ο φράχτης που είχε ζητήσει. Αντί για τον φράχτη, υπήρχε μια γέφυρα από την μια μεριά του ρέματος μέχρι την άλλη. Εκείνη την ώρα, είδε από την άλλη μεριά της γέφυρας να έρχεται προς το μέρος του ο γείτονας, ο νεότερος αδελφός του. Όταν τον πλησίασε, άπλωσε τα χέρια του και αναφώνησε: «Είσαι ο καλύτερος αδελφός που θα μπορούσα να είχα. Μετά από όλα όσα έχω κάνει και έχω πει εναντίον σου, εσύ έχτισες μια γέφυρα ανάμεσά μας».
Τα δύο αδέλφια αγκαλιάστηκαν, μετανιωμένα για ό,τι είχε συμβεί ανάμεσα τους. Γύρισαν και είδαν τον ξυλουργό να σηκώνει την εργαλειοθήκη, να την κρεμάει στον ώμο του και να ετοιμάζεται να φύγει. «Όχι, μην φεύγεις, περίμενε! Μείνε λίγες ημέρες. Έχω κι άλλες εργασίες για σένα», είπε ο μεγαλύτερος αδελφός.
«Θα ήθελα πολύ να μείνω», είπε ο ξυλουργός, «αλλά έχω να χτίσω κι άλλες γέφυρες».
Μάιος - Ιούνιος 2025
Ο Θεός Άκουσε Την Προσευχή Μιας Πόρνης

Μία πονεμένη χήρα μάνα βρίσκεται σ’ ένα νοσοκομείο με το δίχρονο παιδάκι της να χαροπαλεύει από λευχαιμία. Ο πόνος της είναι πολύ μεγάλος, διότι ήδη έχει χάσει άλλα δύο παιδιά. Όσο περνούσαν οι ώρες, τόσο και πιο πολύ μεγάλωνε η απελπισία της. Όμως εκτάκτως πέρασε από το θάλαμο ο Διευθυντής του τμήματος, γιατί κάποια οικογένεια τον είχε καλέσει «επί πληρωμή» για να δει το κοριτσάκι τους και αισθανόμενος παρόρμηση -ασφαλώς εκ Θεού- πέρασε να δει πώς ήταν και τ’ άλλα παιδάκια. Και τότε πρόσεξε και το δίχρονο παιδάκι της χαροκαμένης εκείνης μάνας. Το εξέτασε και της είπε:
– Λυπάμαι πολύ, κυρία μου. Πάρε το παιδάκι σου και φύγε τώρα, για να πεθάνει τουλάχιστον στην αγκαλιά σου και στο σπίτι σου.
Σαν το άκουσε αυτό η δύστυχη μάνα, όλα γύρω της μαύρισαν και έπεσε στο κρεβατάκι του παιδιού της σπαράζοντας με λυγμούς. Έξαλλη από τον πόνο, τύλιξε το παιδάκι της με μια κουβερτούλα, το έσφιξε στην αγκαλιά της και έφυγε τρέχοντας. Βγήκε στον δρόμο…Παντού επικρατούσε ερημιά και ησυχία. Κανένας άνθρωπος, ούτε καν αυτοκίνητο δεν κυκλοφορούσε. Μόνον ο δικός της σπαραγμός ακουγόταν.
Σε μια στροφή του δρόμου, βλέπει ξαφνικά μπροστά της μια νεαρή, σχετικά, γυναίκα, περίπου 30 ετών. Μόλις είχε τελειώσει τη «δουλειά» της. Ήταν πόρνη και είχε τελειώσει την νυχτερινή της βάρδια. Μόλις έφθασε η μάνα μπροστά της, την σταμάτησε, της έβαλε με βία το παιδάκι της μέσα στην αγκαλιά της, έπεσε στα πόδια της και φώναξε:
– Σώσε το παιδί μου! Σώσε το παιδί μου! Σώσε το παιδί μου!!!!
Τα έχασε εκείνη! Πόρνη ήταν, αμαρτωλή, αφού μόλις είχε τελειώσει την δουλειά της αμαρτίας! Τι να κάνει; Στα πόδια της μια μάνα, στα χέρια της ένα παιδί που έσβηνε. Το είδε ότι έσβηνε. Σήκωσε τα μάτια της στον ουρανό και είπε με δυνατή φωνή:
– Τι προσευχή να κάνω τώρα, Θεέ μου; Εγώ είμαι αμαρτωλή, εγώ είμαι πόρνη! Τώρα μόλις «τελείωσα» την εργασία μου. Αν δεν μ’ ακούς εμένα, και δεν θα με ακούσεις βέβαια, άκουσε τουλάχιστον αυτήν την πονεμένη μάνα.
Αυτά είπε. Κι εκείνη τη στιγμή έγινε το θαύμα!!! Κατέβηκε ένα φως από τον ουρανό και το παιδί άνοιξε τα μάτια του, φώναξε «μανούλα μου» κι άπλωσε τα χεράκια του αγκαλιάζοντας την πόρνη, γιατί νόμισε ότι αυτή ήταν η μανούλα του.
– Πάρτο, της είπε. Ο Θεός έκανε το θαύμα Του!
Ο Θεός άκουσε τη προσευχή μιας αμαρτωλής. Όχι της μάνας! Μιας αμαρτωλής, μιας πόρνης! Αυτό τάραξε τα λιμνάζοντα νερά στη ψυχή της αμαρτωλής γυναίκας, ώστε με συντριβή και μετάνοια, εξομολόγηση και θεία κοινωνία οριστικά πλέον άλλαξε το σκοτάδι της αμαρτίας με την νέα εν Χριστώ ζωή. Δόξα στο Όνομά Σου, Κύριε!
(Από το βιβλίο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΣΤΟΥΣ ΜΑΚΑΡΙΣΜΟΥΣ,
πρωτ. Στέφανου Αναγνωστοπούλου, σελ. 47-48)
Νοέμβριος - Δεκέμβριος 2024
Πώς Έγινα Χριστιανός
Του π. Μεθόδιου Sri Gunarjo (της Ιεράς Μητροπόλεως Σιγκαπούρης, ιεραποστολικό Κλιμάκιο Κεντρικής Ιάβας)

Ονομάζομαι Sri Gunarjo και γεννήθηκα το 1961 στην Ινδονησία. Ο πατέρας και η μητέρα μου ήταν Μουσουλμάνοι και είχαν άλλα 8 παιδιά.
Όταν ενηλικιώθηκα, αρρώστησα σοβαρά και χρειάστηκε να νοσηλευτώ στο νοσοκομείο επί ένα μήνα. Οι γιατροί έλεγαν πως είναι δύσκολο να συνέλθω και πώς δεν έχω πια καμιά ελπίδα να ζήσω. Όμως, ο Θεός είχε άλλα σχέδια...
Προσευχήθηκα μέσα μου και είπα πώς, αν συνέλθω, θα σπουδάσω θεολογία. Δόξα τω Θεώ! Εκείνος άκουσε την προσευχή μου και πραγματικά θεραπεύτηκα. Επειδή θεραπεύτηκα, όπως είπα, άρχισα να σπουδάζω στο Ινδονησιακό Ευαγγελικό Κολλέγιο. Έτσι έγινα Χριστιανός.
Λίγο αργότερα, ο Θεός μου αποκάλυψε την ορθόδοξη πίστη. Βαπτίστηκα και προσκάλεσα και τους γονείς μου να ασπαστούν τον χριστιανισμό στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο πατέρας μου πήρε το όνομα Χαράλαμπος και η μητέρα μου το όνομα Ελισάβετ.
Ιερέας χειροτονήθηκα στις 4 Δεκεμβρίου 1996 στην Κορέα από τον Μητροπολίτη Νέας Ζηλανδίας Ευθύμιο. Τώρα υπηρετώ τέσσερις ενορίας στην Ιάβα: της Αγίας Αικατερίνης, των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, του Αγίου Φανουρίου και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Έχουμε 350 πιστούς, 50 κατηχουμένους και τέσσερις ακόμη κοινότητες χωρίς ναούς. Ο Θεός να σας έχει καλά.
(Πηγή: Περιοδικό Εξωτερική Ιεραποστολή, Τ. 265, σελ. 7)
Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 2024
Ο Δημήτρης
Στο πέρασμα των πολλών ετών που λειτουργεί η Αδελφότητά μας την έχουν επισκεφθεί πολλοί άνθρωποι, νέοι και μεγαλύτεροι.
Άνθρωποι που ήταν συνειδητοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, άλλοι με τυπική σχέση με την Εκκλησία και άλλοι που δεν είχαν καμία σχέση με την Εκκλησία.
Ένας από τους πολλούς νέους που πέρασαν ήταν και ο Δημήτρης Κ., από τον αναρχικό χώρο. Δεν είχε καμία σχέση με την Εκκλησία και την χριστιανική ζωή, γενικότερα.
Τον πρώτο καιρό που ερχόταν ήταν άπλυτος, δεν άλλαζε ρούχα, δεν φορούσε παπούτσια, αλλά κάποια πέδιλα, χειμώνα-καλοκαίρι. Ήταν όμως ευγενικός, ήρεμος και χαμογελαστός. Τον ιερέα που ήταν στην Αδελφότητα μας δεν μπορούσε να τον αποκαλέσει πατέρα Νικόλαο, αλλά τον αποκαλούσε κυρ-Νίκο.
Παρακολουθούσε όμως με ενδιαφέρον τις ομιλίες που γίνονταν και κάναμε πολύωρες συζητήσεις μαζί του για το πρόσωπο του Χριστού, την Εκκλησία Του και την εν Χριστώ ζωή, γενικότερα.
Σιγά-σιγά άρχισε να μαλακώνει η καρδιά του, να κατανοεί τα μηνύματα του Ευαγγελίου, τον ιερέα να τον προσφωνεί πατέρα Νικόλαε, να συναναστρέφεται με τους αδελφούς. Άρχισε, μάλιστα, να εργάζεται στην επιχείρηση του πατέρα του. Ήταν πλέον καθαρός, περιποιημένος, χαρούμενος, αισιόδοξος,
ευγενικός με όλους. Διέκοψε όλες τις παλαιές συναναστροφές του.
Η μητέρα του ήταν άνθρωπος που αγαπούσε τον Θεό, άνθρωπος της Εκκλησίας, της πίστης και της προσευχής.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο Δημήτρης αρρώστησε πολύ βαριά. Προσβλήθηκε από καρκίνο στο κεφάλι. Οι γιατροί δεν ήταν αισιόδοξοι. Νοσηλεύθηκε αρκετές φορές για μικρά χρονικά διαστήματα. Η κατάσταση της υγείας του όλο και επιδεινωνόταν. Ο ίδιος όμως ήταν χαρούμενος. Δόξαζε τον Θεό. Σαν να χαιρόταν για το πρόβλημά του. Η μητέρα του αντιμετώπιζε το δύσκολο αυτό θέμα με χαρακτηριστική υπομονή και πάντοτε δόξαζε το Θεό.
Την τελευταία φορά που μπήκε στο Νοσοκομείο, η κατάστασή του επιβαρυνόταν καθημερινά. Οι γιατροί είπαν ότι σε λίγες ημέρες θα φύγει.
Η μητέρα του ήταν ήρεμη. Ας γίνει το θέλημα του Θεού, έλεγε, αρκεί να βρεθεί στην αγκαλιά Του, γαλήνια.
Στο Νοσοκομείο τον επισκεπτόμουν αρκετές φορές. Τον επισκέφθηκα και την παραμονή της αναχωρήσεώς του. Έξω από τον θάλαμο ήταν η μητέρα του, ήρεμη, γαλήνια. Την ρώτησα πώς είναι. Μου απάντησε: “Δεν ξέρω αν θα μπορέσεις να μιλήσεις μαζί του, διότι είναι σε λήθαργο. Φεύγει”.
Πήρα την άδεια και μπήκα στο θάλαμό του. Μαζί του νοσηλεύονταν έξι ή επτά ακόμη ασθενείς, όλοι με καρκίνο. Παρατήρησα τα πρόσωπά τους να είναι κιτρινόμαυρα και απέπνεαν απαισιοδοξία, θλίψη και φόβο. Άσχημη εικόνα.
Προχώρησα στο κρεβάτι του Δημήτρη. Τον είδα με τα μάτια κλειστά, το πρόσωπό του χαρωπό και ρόδινο. Καμία σχέση με εικόνα ετοιμοθάνατου καρκινοπαθή, αλλά ανθρώπου που για κάποιο λόγο είναι χαρούμενος και αισιόδοξος. Συνήλθε για λίγο, με αναγνώρισε, μου έδωσε το χέρι του και μου είπε: «Νίκο, μην στενοχωριέσαι, δεν είμαι μόνος, ήρθε ο Χριστός και μου είπε: Μη φοβάσαι, Εγώ είμαι μαζί σου». Με κοίταξε με χαμόγελο, με αγάπη και με μία ανείπωτη εσωτερική χαρά, με βαθιά ειρήνη και σιγά-σιγά βυθίστηκε πάλι στον λήθαργο.
Ευχαρίστησα τον Θεό για όσα ζούσα εκείνη την ώρα. Συναισθήματα ανάμικτα. Χαρά και συγκίνηση και αγαλλίαση ψυχής, βλέποντας την αναχώρηση του αδελφού μου Δημήτρη, με πόση βεβαιότητα και ειρήνη παρέδιδε το πνεύμα του στον Αρχηγό της Ζωής.
Λίγες ώρες αργότερα αναχώρησε ειρηνικά για να συναντήσει Εκείνον, που με τόσο θαυμαστό τρόπο τον προσκάλεσε μερικά χρόνια νωρίτερα να ζήσει μαζί Του.
Αιωνία η μνήμη του!
Νίκος
Ιούλιος - Αύγουστος 2024
Ο Κουλουράς
Πριν από πολλά χρόνια, Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης ήταν ο αείμνηστος Χρυσόστομος, ο οποίος μαζί με τον π. Παντελεήμονα, τον μετέπειτα μητροπολίτη Θήρας, διέσχιζαν ένα πρωϊνό την οδό Ακαδημίας και είδαν έναν Κουλουρά. Πλησίασε ο Δεσπότης και φαίνεται πώς ήταν ο πρώτος του πελάτης.
– Καλημέρα, χριστιανέ μου. Μου δίνεις, σε παρακαλώ, δυο κουλούρια;
Αγρίεψε ο Κουλουράς και του λέει:
– Δεν κάνω «σεφτέ» με παπάδες, πρωί-πρωί.
Ο Δεσπότης τον κοίταξε με καλοσύνη και του είπε:
– Ευλογία είναι, μην κάνεις έτσι!
– Δεν σας πιστεύω, είστε γρουσούζηδες. Φύγετε από δω πέρα!
Τότε ξαφνικά σηκώθηκε ένας ανεμοστρόβιλος που έριξε όλα τα κουλούρια στο πεζοδρόμιο! Ο δυστυχισμένος τραβούσε τα μαλλιά του μπροστά στην δυστυχία που τον βρήκε!
Ο ανεξίκακος Δεσπότης έβγαλε τότε 1000 δραχμές και του είπε:
– Λυπούμαστε για τη ζημιά που έπαθες. Πάρε αυτό το μικρό ποσό για τις ζημιές που υπέστης.
– Αδύνατον να τα πάρω, είπε ντροπιασμένος τώρα ο Κουλουράς.
– Από πού είσαι; Πώς σε λένε;
– Χρήστο, με λένε και είμαι από τον Κορυδαλλό.
– Έχεις οικογένεια; Πού μένεις; Δώσε μου τη διεύθυνσή σου. Δώσε μου και τα ονόματά σας να τα μνημονεύσουμε.
Ο Κουλουράς, σαν χαμένος, χωρίς να το καταλάβει, τα έδωσε όλα και οι δυο ρασοφόροι έφυγαν.
Ο Δεσπότης με τον π. Παντελεήμονα πηγαίνουν κατευθείαν στον Κορυδαλλό, στο σπίτι αυτού του ανθρώπου. Κατάπληκτη η γυναίκα του, τους υποδέχθηκε. Αφού έκανε διάφορες ερωτήσεις για την οικογενειακή τους κατάσταση ο Δεσπότης, βρήκε μια ευκαιρία και κάτω από το πετσετάκι του δίσκου έβαλε ένα φάκελο με δυο πεντοχίλιαρα.
Ο Δεσπότης με τον αρχιμανδρίτη σηκώθηκαν και φεύγοντας της λένε:
– κ. Ελένη, να αγαπήσετε τον Θεό, να εκκλησιάζεστε τακτικά και να εξομολογηθείτε. Να θυμάστε ότι όσοι προσεύχονται με πίστη, ελκύουν άμεσα τη βοήθεια Του Θεού.
Είχαν περάσει χρόνια, και ο π. Παντελεήμων είχε ήδη γίνει Μητροπολίτης Θήρας. Θέλησε λοιπόν να ξαναπεράσει από το ίδιο σημείο της οδού Ακαδημίας, που είχαν συναντήσει πριν χρόνια τον Κουλουρά.
Ο κ. Χρήστος στη θέση του. Η παλιά σκληρότητα του προσώπου του είχε εξαφανιστεί. Τον πλησιάζει και του λέει:
– Καλημέρα, κ. Χρήστο, με θυμάστε;
– Και βέβαια σας θυμάμαι, πάτερ! Δεν μπορώ να σας ξεχάσω ποτέ. Ο άλλος παπάς που είναι;
– Δεν ήταν παπάς, Δεσπότης ήταν, αλλά έφυγε, δεν ζει πια, είναι στους ουρανούς.
– Δεσπότης, έ;
Βούρκωσαν τα μάτια του Χρήστου και ξέσπασε σε λυγμούς. Όταν συνήλθε, του είπε:
– Να ξέρεις, πάτερ μου, ο Δεσπότης αυτός με έβαλε στην Εκκλησία. Η καλοσύνη του και οι συμβουλές του σε μένα και στην οικογένειά μου, μας άλλαξαν τη ζωή. Τον ευχαριστώ με όλη μου την καρδιά, γιατί με έβαλε στην Εκκλησία, στην κιβωτό της σωτηρίας.
Πηγή: https://www.inagiounikolaoutouneou.gr/apps/gr/spag/3_1674802580.html